Η ελληνική οικονομία φαίνεται να έχει αναπτύξει μια ανθεκτικότητα, κυρίως χάρη στη μεταποίηση και τις εξαγωγές, οι οποίες αναδεικνύονται ως κρίσιμοι παράγοντες ανάπτυξης, μαζί με τις επενδύσεις και την κατανάλωση. Ωστόσο, οι προκλήσεις παραμένουν, όπως το επενδυτικό κενό, η κλιματική αλλαγή και το δημογραφικό πρόβλημα, τα οποία συνιστούν σημαντικά ζητήματα για το μέλλον.
Σύμφωνα με την τριμηνιαία έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας για το 2024 και το 2025 διατηρούνται ευνοϊκές. Οι προβλέψεις δείχνουν ταχύτερη ανάπτυξη σε σχέση με την Ευρωζώνη, παρά την υψηλή αβεβαιότητα σε διεθνές επίπεδο. Ο Καθηγητής Γιάννης Τσουκαλάς, επικεφαλής του Γραφείου, επισήμανε ότι τα έσοδα από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής φτάνουν τα 870 εκατ. ευρώ.
Η ελληνική οικονομία παρουσίασε ισχυρό ρυθμό ανάπτυξης για δεύτερο συνεχιζόμενο τρίμηνο, καταγράφοντας αύξηση 2,3% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2023, ξεπερνώντας τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Η αύξηση αποδίδεται κυρίως στις επενδύσεις, τις εξαγωγές και την ιδιωτική κατανάλωση. Αν και η αναθεωρημένη πρόβλεψη για το ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης του 2024 είναι ελαφρώς χαμηλότερη (στο 2,3% από 2,5%), οι προοπτικές παραμένουν θετικές.
Στην έκθεση σημειώνεται ότι η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας για το νέο Εθνικό Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Σχέδιο υπολογίζεται στο 2,2%. Οι επενδύσεις σε πάγιο και ανθρώπινο κεφάλαιο θεωρούνται κρίσιμες για τη μακροχρόνια ανάπτυξη. Το Γραφείο θεωρεί ότι η ελληνική οικονομία πρέπει να αλλάξει το παραγωγικό της μοντέλο προς τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας για να ενισχύσει την διεθνή ανταγωνιστικότητα.
Η μεταποίηση, συγκεκριμένα, έχει ανακάμψει σημαντικά τα τελευταία χρόνια, με τη συνεισφορά της στο ΑΕΠ να ανέρχεται στο 10,4% το δεύτερο τρίμηνο του 2024, αυξημένη σε σχέση με το 2009. Η παραγωγικότητα της εργασίας στον τομέα αυτό έχει δείξει ποσοστά αύξησης 43% από το 2009, ενώ οι μεταποιητικές επιχειρήσεις που ασχολούνται με εξαγωγές έχουν υψηλότερη παραγωγικότητα λόγω του διεθνούς ανταγωνισμού.
Στο δημοσιονομικό μέτωπο, παρατηρείται πλεόνασμα 8,232 δισ. ευρώ για το οκτάμηνο Ιανουαρίου-Αυγούστου 2024, το οποίο αυξήθηκε σε σχέση με το 2023. Η βελτίωση αυτή αποδίδεται σε αυξημένα φορολογικά έσοδα και τουριστικά έσοδα, καθώς και σε μέτρα σχετικά με τις ηλεκτρονικές συναλλαγές. Επιπλέον, το νέο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ θα συμβάλλει στη δημοσιονομική σταθερότητα, με στόχο τη ρεαλιστική μείωση του χρέους και τη συγκράτηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων.
Τέλος, αναφορικά με τον πληθωρισμό, ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή για τον Αύγουστο 2024 δείχνει μικρή αύξηση στο 3,2%, ενώ ο πληθωρισμός τροφίμων έχει μειωθεί στο 2,0%. Η μείωση στην τιμή των τροφίμων αποδίδεται σε μέτρα ενίσχυσης του ανταγωνισμού και στη μείωση των διεθνών τιμών πρώτων υλών.
Πηγή: newsbeast.gr